Πέμπτη 19 Φεβρουαρίου 2015

'' Η Λ Ι Ο Π Ε Τ Ρ Α'' Οκτάβιο Πας



Οκτάβιο Πας
Οκτάβιο Λοσάνο Πας (Οctavio Lozano PazΠόλη του Μεξικού, 31 Μαρτίου 1914 - Πόλη του Μεξικού, 19 Απριλίου 1998), υπήρξε ποιητής, συγγραφέας και διπλωμάτης, κάτοχος Βραβείου Νόμπελ Λογοτεχνίας (1990). Θεωρείται από τους μεγαλύτερους συγγραφείς του 20ου αιώνα και τους μεγαλύτερους ισπανόφωνους ποιητές όλων των εποχών. 


Η Λ Ι Ο Π Ε Τ Ρ Α
Το ποίημα θεωρήθηκε ανάλογο με την Έρημη χώρα του Έλιοτ. Είναι έργο αναφοράς για τις επόμενες γενιές του. Ξεκινάει και ξαναγυρίζει στην αρχή του, είναι λυρικό και στοχαστικό, «υψώνεται στη σφαίρα της καθαρής σκέψης», κινείται ανάμεσα στα αντίθετα: Εγώ και Εσύ, Χώρος και Χρόνος, Στιγμή και Αιωνιότητα, Αθλιότητα και Μεγαλείο, Είναι και Μηδέν, Θάνατος και Έρωτας.






  μια ιτιά κρυστάλλινη, μια υδρόεσσα λεύκα,
  ένα ανεμοδαρμένο σιντριβάνι,
  ένα δέντρο βαθύ που όμως χορεύει,
  το πέρασμα ενός ποταμού που ελίσσεται,
  μακραίνει, αναποδίζει, αλλάζει κοίτη
  και πάντα εκβάλλει:
            μία πορεία γαλήνια
  άστρου ή άνοιξης που δεν επείγει,
  νερό που με τα βλέφαρα κλεισμένα
  όλη τη νύχτα μαντικό αναβλύζει,
  μια ομόφωνη ροή κύμα το κύμα
  ώσπου να κρύψει η τρικυμία τα πάντα,
  μια πράσινη επικράτεια δίχως δύση
  όπως η λάμψη η άγρια των φτερούγων
  σαν ξεδιπλώνουν στ' ουρανού τη μέση,


  μία πορεία ανάμεσα απ' τις λόχμες
  των ημερών που θά 'ρθουν κι η μοιραία
  λάμψη της δυστυχίας σαν τραγούδι
  ενός πουλιού που απολιθώνει δάση
  και κείνες οι ευτυχίες απ' το μέλλον
  μες στα κλαδιά που ξεθωριάζουν,
  ώρες φωτός που ήδη πουλιά ραμφίζουν,
  οιωνοί που δραπετεύουν απ' τα χέρια,


  μια παρουσία σαν έξαφνο τραγούδι,
  σαν άνεμος που τραγουδά στις φλόγες,
  δυο μάτια που τον κόσμο μετεωρίζουν
  μ' όλα τα πέλαγα και τα βουνά του,
  σώμα από φως που φίλτραρε ο αχάτης,
  μηροί από φως, κοιλιά από φως, οι κόλποι,
  οι βράχοι του ήλιου, ένα κορμί στο χρώμα
  του σύννεφου, στο χρώμα άλτριας μέρας,
  η ώρα σπινθηρίζει, παίρνει σώμα,
  είναι ορατός στο σώμα σου ήδη ο κόσμος,
  διάφανος μες στη διαφάνειά σου [...]




  γραφή φωτιάς επάνω στον νεφρίτη,
  άνασσα των φιδιών, σχισμή στον βράχο,
  στήλη του ατμού, πηγή μέσ' απ' την πέτρα,
  αυλή του φεγγαριού, αετοράχη,
  σπέρμα γλυκάνισου, θανάτου αγκάθι
  ελάχιστο που δίνει αθάνατα άλγη,
  ποιμένισσα κοιλάδων υποβρύχιων,
  επόπτρια μες στην κοιλάδα του Άδη,
  λιάνα πιασμένη απ' τους γκρεμούς του ιλίγγου,
  φυτό που αναρριχάται όλο φαρμάκι,
  λουλούδι ανάστασης, ζωής σταφύλι,
  κυρά της αστραπής και της φλογέρας,
  βραγιά των γιασεμιών, στο τραύμα αλάτι,
  μπουκέτο ρόδα στον τουφεκισμένο,
  σελήνη της αγχόνης, χιόνι Αυγούστου,
  γραφή θαλάσσης πάνω στον βασάλτη,
  πάνω στην έρημο η γραφή του ανέμου,
  μια διαθήκη του ήλιου, ρόδι, στάχυ,


  όψη καμένη, καταφαγωμένη,
  όψη εφηβική, κατατρεγμένη,
  χρόνια φαντάσματα, κύκλιες ημέρες
  που σ' ίδια αυλή οδηγούν, στον ίδιο τοίχο,
  καίει η στιγμή, κι είναι μια όψη μόνο
  οι όψεις οι διαδοχικές της φλόγας,
  ένα όνομα όλα τα ονόματα είναι,
  όλα τα πρόσωπα είναι ένα μόνο,
  μονάχα μια στιγμή όλοι οι αιώνες,
  και πάντα στους αιώνες των αιώνων
  θα φράζουν του αύριο την οδό δυο μάτια,


  τίποτα εμπρός μου, μια στιγμή μονάχα
  ανακτημένη απόψε, ονειρεμένη
  πέρ' απ' του ονείρου τις μεικτές εικόνες,
  στ' όνειρο επάνω βίαια λαξεμένη,
  απ' το μηδέν βγαλμένη αυτής της νύχτας,
  με τα δικά μου χέρια αναστημένη
  γράμμα το γράμμα, ενώ έξω επείγει ο χρόνος
  και της ψυχής μου κρούει σκαιά τις πόρτες
  ο κόσμος με ωράριο σαρκοβόρο  [...]




  όλα μεταμορφώνονται, όλα αγιάζουν,
  κέντρο του κόσμου κάθε κάμαρα είναι,
  κάθε μια πρώτη νύχτα, πρώτη μέρα,
  γεννιέται ο κόσμος όταν δυο φιλιούνται,
  μια στάλα φως στα διάφανά μας σπλάχνα
  η κάμαρα σαν φρούτο μισανοίγει
  ή εκρήγνυται σαν σιωπηλό αστέρι
  κι οι νόμοι φαγωμένοι απ' τα ποντίκια,
  κάγκελλα τραπεζών, δεσμωτηρίων,
  συρματοπλέγματα, χάρτινες γρίλιες,
  τ' αγκάθια, τα κεντριά και οι σφραγίδες,
  το μονόχορδο κήρυγμα των όπλων,
  μελίρρυτοι σκορπιοί με πετραχήλι,
  ο τίγρης με το ημίψηλο που ηγείται
  του Ερυθρού Σταυρού ή των Χορτοφάγων,
  όνοι παιδαγωγοί κι εθνοπατέρες,
  κροκόδειλοι που κάνουν τους σωτήρες,
  ο Ηγέτης, το τσακάλι, ο εργολάβος
  του μέλλοντος, το ένστολο γουρούνι,
  ο υιός ο εκλεκτός της Εκκλησίας
  που πλένει μ' αγιασμό τα μαύρα δόντια
  κι ακούει μαθήματα αγγλικών κατ' οίκον
  ή και δημοκρατίας, αθέατοι τοίχοι
  και σάπιες προσωπίδες που χωρίζουν
  τον άνθρωπο απ' τους άλλους τους ανθρώπους,
  τον άνθρωπο απ' τον ίδιο,
               καταρρέουν
  σε μια αχανή στιγμή καθώς για λίγο
  νιώθουμε τη χαμένη ενότητά μας,
  τη δόξα και την ερημιά του ανθρώπου
  που θάνατο, ήλιο και ψωμί μοιράζει,
  το ξεχασμένο σάστισμα πως ζούμε  [...]


(Η Ηλιόπετρα ως ουσία είναι μια πέτρα, ένας ιεροτελεστικός βωμός που αναδύθηκε από τη γη των Αζτέκων, λαξεμένη σε έναν μονόλιθο από βασάλτη και ζυγίζει είκοσι τέσσερις τόνους. Βρίσκεται στο Εθνικό Μουσείο Ανθρωπολογίας και Ιστορίας του Μεξικού. Πάνω της εικονίζεται ο θεός Σιουχτεκούχτλι, που συμβολίζει τη ζωή και τον θάνατο. Η Ηλιόπετρα ως ποίημα είναι μια μεγάλη κυκλική φράση. Αρχίζει και τελειώνει με τους ίδιους στίχους. Η Ηλιόπετρα ως διακοσμητικό μοτίβο, στο εξώφυλλο και στην τελευταία σελίδα του βιβλίου, συμβάλλει στην αισθητική του, της οποίας το συνεχές και αδιάλειπτο μοτίβο των ροδανθών θα μπορούσε να συσχετιστεί με το συνεχές και αδιάλειπτο του περιεχομένου. Εγώ όμως θα σταθώ σ’ εκείνη τη δασεία, όχι στο πλάι της «Ηλιόπετρας», ως είθισται, αλλά στο κέντρο του «Ητα», ανάμεσα στις δυο κεραίες του, καθώς και σ’ εκείνη την οξεία που σχίζει την επιφάνεια του «όμικρον» σαν «ρωγμή» στη φλούδα της αληθινής Ηλιόπετρας. Όλα έχουν τον δικό τους συμβολισμό και τη δική τους συμβολή στην αισθητική.)

     Από το βιβλίο: ΟΚΤΑΒΙΟ ΠΑΣ, Ηλιόπετρα,
    μετάφραση-επίμετρο Κώστας Κουτσουρέλης,
    δίγλωσση έκδοση, Μαΐστρος, Αθήνα 2007

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.